DictionaryForumContacts

   English Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z   <<  >>
Terms for subject General (34563 entries)
linear relation γραμμική σχέση
linear rod power γραμμική ισχύς ράβδου καυσίμου
linear speed γραμμική ταχύτητα
linear velocity γραμμική ταχύτητα
linen ασπρόρρουχα
linen ρούχα
linen λευκά είδη
linepack αποθήκευση αερίου στον αγωγό
liners τακτικές γραμμές
lingerie ρούχα
linguistic community γλωσσική κοινότητα
linguistic sign γλωσσικό σημείο
Link between Relief, Rehabilitation and Development Σύνδεση Αρωγής, Αποκατάστασης και Ανάπτυξης
link editor συνδετικός συντάκτης
link with the national territory σχέση με την εθνική επικράτεια
linkage στοιχείο σύνδεσης
linkage editor συνδετικός συντάκτης
linked by virtue of a participating interest δεσμός συμμετοχής
linker συνδετικός συντάκτης
linking infrastructure έργα υποδομής για τη σύνδεση με το δίκτυο